Κανείς τους δεν μπορεί να κάνει τίποτα! Μαζεύονται και κρατάνε το κεφάλι τους. Απόλυτη σιωπή.
Τότε προχωρά προς τη μέση του κύκλου ένα σκουλήκι άσχημο και σιχαμερό. Τους λέει τραυλίζοντας “Σας σας ε ε έχω τη λύ λυ λύση. Ού ου Ούτε τα λό για ου ου ούτε οι α α γρι γρ άδες κα κα καναν τι τι τίποτα. Θα θα θα το κά κα κα νουν τα τα τα γέ γε γε λια”. Του λέει η κουκουβάγια “Να πας, δεν έχουμε να χάσουμε τίποτα”. Πάει το σκουλήκι, βρίσκει το βατράχι. Παραπατά και πέφτει. Χορεύει. Κάνει γκριμάτσες. Πάει να του μιλήσει και αρχίζει τα βα-βα-βα. Το βατράχι πάει να γελάσει, κρατιέται. Ώσπου σκάει σε κάτι γέλια. Κάθε ποτάμι, κάθε λίμνη, κάθε θάλασσα ξεπηδούν από το στόμα του. Το νερό πότιζει τη γη. Δέντρα και λουλούδια σιγά σιγά φυτρώνουν.