Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2024

 

Remedios Varo- Papilla Estelar (1958)


ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ ΣΤΟ ΚΛΟΥΒΙ 

Κι αν σωλήνας-χωνί ρουφούσε το φεγγάρι, 

το κατέβαζε σε μία μηχανή για φρέσκα μακαρόνια, 

με δυο τρεις γύρους στο χερούλι της, το φεγγάρι 

γινόταν χρώμα για να ζωγραφίσω ένα μισοφέγγαρο; 

Αν αυτό ήθελε, καθώς το ζωγραφίζω, να δραπετεύσει,

να γυρίσει στα λημέρια του, σε ένα κλουβί το έβαζα;



Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2024


ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ 

     "Για να δούμε αν έχουμε όλοι φτάσει", φώναζε η καλή 

μητερούλα Γκρίλα  

- Κλέψαρε
Ένα δαχτυλίδι μετακινήθηκε 

-Κατσαρολικέ
Μια κοτσαρόλα την εξώπορτα πέρασε 

-Κουταλογλύφτη
Μια κουτάλα έπεσε 

- Ψωμογλύφτη
Ένα παξιμάδι γρατζανίστηκε  

- Γιαούρταρε
Η τσίπα του γιαουρτιού γλύφτηκε 

- Γάντζαρε
Ένα χοιρομέρι αρπάχτηκε 

-Λουκανίκαρε
Ένα λουκάνικο τεμαχίστηκε 

- Κλεφτοκέρι 
Και ένα κερί έσβησε

- Βυζανιάρη
Ένα πρόβατο βέλασε 

- Σκυλοτροφολάγνε
Ο σκύλος αλύχτησε  

- Αγελαδογαλαντόμε 
Αγελαδοβέλασμα ακούστηκε 

-Αποφαγολάτρη
Ούτε ψίχουλο δεν έμεινε 

Ζητωκραύγαζε η μάνα νιώθοντας ότι κάθε κόπος της να τα 

αναθρέψει δεν είχε πάει χαμένος! 

Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2024

 Ο ΚΑΜΠΟΥΡΗΣ 

    Μία νύχτα με ολόγιομο φεγγάρι που έδινε αποχρώσεις 

ασημένιες σε βουνά και πεδιάδες, ένας γεροντάκος αποφάσισε 

να πάει να κόψει λίγα ξύλα ακόμη για την παρασιά. Να  

ζεστάνει και τη γριούλα του! Παραμονή Χριστουγέννων. Από 

μικρό παιδί άκουγε για κάτι περίεργα κακομούτσουνα πλασμάτια 

που έβγαιναν από τα έγκατα της γης. Συλλογίστηκε "Σε μένα τι 

κακό να κάνουν; Γέρος είμαι, τι θα μου ζηλέψουν τα πόδια μου 

που τα σέρνω βήμα βήμα, τα δόντια που δεν έχω, ή την 

καμπούρα μου τη μονάκριβή; Δεν έχω τίποτα να φοβάμαι!". 

    Έκοψε κάποια ξύλα, πρόσεχε πάντα τι έκοβε. Όχι από 

δέντρα καρπερά, όχι κλαδιά γεμάτα φυλλωσιές. Αποκοιμιέται 

εκεί στο δάσος. Κάτι τον ξυπνά. Μεταξύ ύπνου και ξύπνου σαν 

να άκουσε μία φωνή "Ξύπνα, καμπούρη, άντε να χορέψεις μαζί 

μας!". Κάποιες περίεργες ασημόμαυρες φιγούρες να σου μπροστά

του! "Θα μας τραγουδήσεις, γέροντα ό,τι σου ζητήσουμε;" "Με

χαρά, παιδιά!". "Ένα τραγούδι για τα χρόνια, τις εποχές, 

τους μήνες, τις εβδομάδες, τις ημέρες, τις ώρες. Αυτό 

θέλουμε  

    Συλλογιόταν "Ωραία τα παιδιά, ζητάν να ακούσουν κάτι 

που έχει να κάνει με τον χρόνο. Ό,τι κατεβάζει ο νους μου, 

θα λέω.  Έχουμε όλη τη νύχτα". 

    Ξεκινά "Ο χρόνος τρέχει με βήματα γοργά, έχουμε κι εμείς 

για κάθε εποχή βήματα χορευτά". Αυτοί άρχισαν τα χοχο και τα 

βήματα τα χορευτά. "Οι μήνες γεμάτες με γιορτές, χρώμα 

αλλάζουν.  Άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο, μετά το τέλειο 

αστέρι τα μάτια αντικρίζουν." Να χορεύουν και όλοι τους να 

κοιτούν το ολόγιομο φεγγάρι. Ένας του λέει "Γέρο, είσαι 

μεγάλος!" Συνεχίζει ο γέροντας "Στο καρναβάλι της ζωής, 

κάθε καρδιοχτύπι μας να τιμούμε, να χορεύουμε και να 

γελούμε". 

    Δεν θυμόταν και πολλά, όταν ξανάνοιξε τα μάτια του. 

Έβαλε  τα δυνατά του να φτάσει γοργά στο σπιτικό του "Θα 

ανησυχεί η γριούλα μου! Θα έχει σβήσει και η φωτιά, θα 

κρυώνει!". Πήγε ξάπλωσε δίπλα της, την αγκάλιασε. Με τη 

πρώτη ρόδινη ακτίνα στο παραθύρι, σηκώθηκαν. Η γριά με 

γουρλωτά τα μάτια, τον ρωτά "Πού ήσουν χθες; Να ξαναπάς

να πάρεις την καμπούρα, γιατί την ξέχασες εκεί." Ξεσπούν σε 

γέλια τόσο δυνατά, με την καρδιά και το βρακί τους μούσκεμα.    






Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2024

ΠΑΡΤΙΔΑ ΣΚΑΚΙΟΥ 

    Έτοιμοι να αρχίσουν την πρώτη παρτίδα σκάκι. Αντίπαλοι 

ένας βετεράνος πολεμιστής που βαρέθηκε να σκοτώνει για το 

τίποτα και ένας ερημίτης οι λίγοι που τον είχαν συναντήσει 

τον έλεγαν σοφό. Περίεργη συνάντηση! Ο πρώτος αναζητούσε να 

μάθει την τέχνη της ειρήνης και ο δρόμος τον οδήγησε προς 

την ερημική καλύβα

    Μετά από δώδεκα κινήσεις, ο πολεμιστής νιώθει το μέτωπο 

και τα χέρια του να ιδρώνουν, τους κροτάφους του να τον 

σφίγγουν. Ακούει την καρδιά του να πάλλεται σε σημείο που 

του θύμισε το ταμπούρλο της μάχης. Τι τον κάνει να νιώθει 

έτσι; Κινδυνεύει ο βασιλιάς του! Όχι δεν πρέπει να τον 

χάσει!  Παρατηρεί την καρδιά, τους κροτάφους, τα χέρια, το 

μέτωπό του. Σκέφτεται "Ζορίζομαι, αλλά θα παραμείνω ήρεμος. 

Αλλιώς θα χάσω σίγουρα". 

     Ο ερημίτης ατάραχος,  ο πολεμιστής ήρεμος. 

Λάθος κίνηση από τον ερημίτη; 

Θα κερδίσει λοιπόν την παρτίδα ο αντίπαλος-πολεμιστής;

    Με το που το καταλαβαίνει, αναποδογυρίζει την σκακιέρα 

και αναφωνεί "Δεν με νοιάζει να  κερδίσω. Νίκησα τον φόβο. Ο 

φόβος έφυγε και έτσι μπορούσα να με παρατηρώ και συνάμα να 

είμαι ήρεμος. Αυτή είναι η τέχνη της ειρήνης!"