Κυριακή 28 Ιουνίου 2020

Και με το φως της μέρας 

έμοιαζε με μαύρη γάτα 

αρκετά συνηθισμένη

- θα μπορούσε κάποιος να πει- 

Τη μέρα έγινε γάτα, από τα παραμύθια των Αδελφών Γκριμ, παμπ. 1909 από τον Arthur Rackham

Μια μάγισσα κάποτε είπε 

"Δεν μοιάζει και πολύ με γάτα

πάρα με ένα πλάσμα που τις νύχτες

έχει φτερά και καβαλά το Θάνατο"



                                                                                    Drazen Kozjan

Η Γάτα έχωσε τη ματιά της στη μάγισσα

κι η μάγισσα έχασε τη δικιά της 


Άρχισε, τότε, με πάθος να αναζητά 

ένα μαγικό ξόρκι πώς να μη χάσει τη δική της ματιά 



Πώς να μην καταλήξει ένα απλό χαριτωμένο γατάκι 

φυλακισμένο πίσω από ένα παράθυρο 

Christopher Richard Wynne Nevinson The Cat

να αναζητά το είδωλο του ή τον εαυτό του 




Τρίτη 23 Ιουνίου 2020


Σε κουφάρι

νύχια με μαλλιά

ό,τι απέμεινε

από το σώμα του -

ένα φευγαλέο πέρασμα

της γυναίκας της λευκοφορούσας -

μοιραίο συναπάντημα

φευγαλέου έρωτα -

τώρα τον φέρνει μέσα της -

πρώτα θα μάσησε το φύλλο

που της πρόσφερε -

μετά το χέρι που της πρόσφερε

όλη του τη ραχοκοκαλιά σφαδάζουσα

το κεφάλι με τα έκπληκτα μάτια -

η καρδιά στάθηκε για λίγο στο λαιμό της


                                                                                           A Statue Of a Yakshi In Kerala

Παρασκευή 19 Ιουνίου 2020


Τα μάτια μου να σε τρώνε

-έτσι ένιωθα -

να σε καταβροχθίζουν

να είσαι όλος μέσα μου

να εγκολπώνεσαι

στη μέσα μου αγκαλιά -

και εκεί να μένεις

να παραμένεις

ένα κατάδικο μου κομμάτι-

αναφαίρετο

Κι ας το έκανα να δείχνει

ντροπαλό το βλέμμα-

πόσο λαίμαργο

Κι ας το έκανα να δείχνει

τυχαίο-

με τα μάτια να λιμοκτονούν

χωρίς εσένα

Πέμπτη 18 Ιουνίου 2020


Σήμερα στο διάλειμμα...


Η μητέρα μου πάλι φόρτωσε στη τσάντα μου τα δύο πράσινα μήλα- “για δεκατιανό” μου είπε. Πώς θα τα φάω αυτά μπροστά στους φίλους μου; Με τίποτα!! Πάω να αγοράσω, όπως και αυτοί, μία τυρόπιτα από το κυλικείο. Δεν είναι ό,τι μου αρέσει και τόσο... αλλά αυτό τρώνε και οι φίλοι μου. Εμ πια μεγάλωσα, όλοι το βλέπουν, Α’ γυμνασίου... μόνο η μάνα μου δεν το βλέπει... ακόμη λέει “η μικρή πρέπει να τρέφεται σωστά”.

Σάββατο 6 Ιουνίου 2020

Ο ΚΥΝΗΓΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ [ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ ΣΤΟ Ο ΓΕΡΟ ΞΥΛΟΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ]
Μια φορά κι έναν καιρό, ένας κυνηγός είχε πάει για κυνήγι. Χωρίς να το καταλάβει, νύχτωσε και ήταν ακόμη στο δάσος. Έψαχνε να βρει το δρόμο να γυρίσει στο σπίτι του` μα δεν τα κατάφερνε. Βλέπει μια σπηλιά. Μπαίνει μέσα και σκέφτεται
- Εδώ θα μείνω απόψε! Μόλις ξημερώσει, σηκώνομαι.
Περασμένα μεσάνυχτα να σου μπροστά του ένα λιοντάρι. Γίνεται κατακίτρινος από το φόβο του. Τρέμοντας φωνάζει
- Τώρα θα με φάει.
Το λιοντάρι του λέει
- Σε βλέπω που τρέμεις. Μη φοβάσαι. Δεν θα σε φάω… Είσαι στη σπηλιά μου. Θα σε φιλοξενήσω… Θα κοιμηθείς εδώ και το πρωί φεύγεις.
Το λιοντάρι ξάπλωσε δίπλα στον άνθρωπο. Αυτός που να κλείσει μάτι… φοβόταν ότι το λιοντάρι θα τον έτρωγε, ενώ κοιμόταν.
Ξημερώνει. Σηκώνονται. Το λιοντάρι τον ρωτά
- Πώς πέρασες στο φτωχικό μου;
- Καλά πέρασα. Αλλά να σου πω την αλήθεια; Τα χνώτα σου βρωμούνε.
Το λιοντάρι στενοχωρήθηκε. Ένιωσε έναν πόνο στην καρδιά. Σκεφτόταν
- Γιατί να με προσβάλλει;
- Πιάσε αυτό το τσεκούρι και παίξε μου με όλη σου τη δύναμη μια στα πισινά μου, λέει στον κυνηγό.
- Μα γιατί;, τον ρωτά.
- Αν δεν το κάμεις, χάθηκες. Σε διατάζω, του λέει το λιοντάρι.
Ο κυνηγός φοβήθηκε. Άρπαξε το τσεκούρι και του έδωσε μια με όλη του τη δύναμη στα πισινά. Από φόβο μήπως το σκότωσε, το βάζει στα πόδια.
Πέρασαν πολλά χρόνια. Ο άνθρωπος κυνηγούσε και ξάφνου να μπροστά του το λιοντάρι. Του λέει
- Γεια σου, παλιέ μου φίλε.
- Καλώς τον!, του λέει ο κυνηγός.
Τον πλησιάζει το λιοντάρι και του λέει
- Πώς τα πας;
- Καλά! Περάσανε τα χρόνια. Γεράσαμε. Αλλά στεκόμαστε στα πόδια μας.
- Θυμάσαι την άλλη φορά τι σε διέταξα και μου έκανες;
- Θυμάμαι.
- Βλέπεις η πληγή έκλεισε, του λέει και του δείχνει τα πισινά του.
- Ναι. Βλέπω μόνο ένα σημάδι.
- Η πληγή από το τσεκούρι έγιανε, αλλά η ψυχή μου από τον κακό σου λόγο δεν έγιανε. Ποτέ δεν ξέχασα ότι μου είπες ότι «Τα χνώτα μου βρωμάνε».
Δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ. Έζησαν καλά και εμείς καλύτερα.

Για σένα

που έφυγες

προτού ν’ ανθίσεις

τα χέρια μου

γεμίζουν κεράσια

και γλυκαίνω

τους διαβατάρηδες

Παρασκευή 5 Ιουνίου 2020


Κρατώ εσένα,

που συνάντησες

αγαπημένα μου πρόσωπα-

την αίσθηση τους περάσματός τους

κρατώ

που φθίνει -καμιά φορά-

εσύ, με συντροφεύεις

και μου τους θυμίζεις.