Παρασκευή 6 Αυγούστου 2021

 

Όλα τα κορίτσια εκείνη τη μεγάλη μέρα, πηγαίναμε και πηγαίναμε προς τον μεγάλο γκρεμό, στη γέρικη συκιά που έδινε τα πιο γλυκά τα σύκα. Εγώ τελευταία, ξυπόλυτη, ντυμένη με κουρέλια. Γελούσαν μαζί και με έσπρωχναν. Με φώναζαν “καημένη” και άλλα τέτοια. Τις άκουγα και δεν τις άκουγα. Προχωρούσα με σκυμμένο το κεφάλι, τα πόδια με πήγαιναν μπροστά, εγώ τα ακολουθούσα, χωρίς να κοιτάζω δεξιά και αριστερά. Μόνο μπροστά! Όχι το ένιωθα εγώ καημένη δεν ήμουν!


                                 ΣΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΘΑ ΠΑΩ ΚΑΙ ΕΓΩ!








 Τώρα θα ακούσεις και για μένα. Στα μέρη μου, όλα τα κορίτσια αγωνιζόμαστε για να μας δώσει η μάνα μας την ευχή. Μας ξέρεις τώρα, όλες αγωνιζόμαστε από τα μικρά μας που μας έλεγαν ότι αυτή η ευχή άλλες μας κάνει χελώνες, να σέρνουμε τη σκάφη μας, κολλημένη στην πλάτη μας, στα όρη και τα βουνά, όλη μας τη ζωή.


                                  ΣΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΘΑ ΠΑΩ ΚΑΙ ΕΓΩ!





 

Ξέρεις, εμένα μου κρατούσε συντροφιά η Σημαδεμένη, αυτή που στο σπιτικό τους κρατούσε άσβηστη τη φωτιά. Η φωτιά την έκαιγε και της σημάδευε το πρόσωπο, τα χέρια, τα πόδια. Ξεθώριαζε η ομορφιά της. Έριχνε τα μαλλιά της, τα απεριποίητα, για να καλύπτει τα σημάδια. Ενώ οι αδερφές της όμορφες και περιποιημένες, με σιγουριά ασύγκριτη. Και, όμως, το κορίτσι με το σημαδεμένο πρόσωπο έφτιαξε με τα σπασμένα κοχύλια και τα ξερά καλάμια κολιέ, με τον φλοιό των δέντρων κάπα και φόρεμα.

                                    ΣΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΘΑ ΠΑΩ ΚΑΙ ΕΓΩ!



 

Άκου, κορίτσι, ξέρω ότι δεν είναι εύκολο! Θα σου μιλήσω για μένα, εσύ θα ακολουθήσεις ό,τι ακούς να σου ζητά η καρδιά σου! Άλλη η καρδιά η δική μου, άλλη η δική σου, φυσικά και ενώνονται, αλλά εσύ ξέρεις καλύτερα!

                                ΣΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΘΑ ΠΑΩ ΚΑΙ ΕΓΩ!