Και να τος, εκεί στην άκρη του δρόμου
ξαπλωμένος φορώντας τα λιγοστά κουρέλια του.
Τον πλησιάζει ένας φύλακας
- Να φύγεις, έχουμε πολλούς ζητιάνους εδώ.
- Δεν είμαι ζητιάνος.
Πρώτη σκέψη στον φύλακα
"Λες να είναι ο αξιωμάτικός μας, ναι καμιά φορά
βγαίνει έτσι με κουρέλια, για να δει
τι γίνεται στην πολιτεία μας"
- Και ποιος είσαι; Είσαι ο αξιωματούχος μας;
του λέει ικετευτικά.
- Δεν είμαι ο αξιωματούχος σας, του λέει ειρωνικά.
Είμαι κάτι πιο πάνω.
"Ωχ, σκέφτεται, ο δικαστής θα είναι, βγαίνει κι αυτός
μάλλον πότε πότε έτσι με κουρέλια΄"
- Κύριε δικαστά, ακόμη πιο δουλοπρεπώς.
- Δεν είμαι ο δικαστής, στακάτα. Είμαι κάτι πιο πάνω.
"Θεέ μου, ωχ, ο βασιλιάς μπροστά μου". Τρέμοντας
- Πολυχρονεμένε βασιλιά μου
Τον διακόπτει, θυμωμένος
- Δεν είμαι ο βασιλιάς σου. Είμαι κάτι ακόμη πιο πάνω.
- Ε, πιο πάνω, σε προσκυνώ, Θεέ μου.
- Δεν είμαι ο Θεός σου. Είμαι ένα Τίποτα. Ακούς ένα Τίποτα
που δεν μπορείς να ξέρεις τι ήταν πριν, κάποτε, κάπου αλλού.
Ακούς.
Ο άλλος σιωπούσε, τώρα πια μόνο άκουγε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου