Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2017

         Μια φορά και έναν καιρό ένα φεγγάρι λαμπερό. Χαρά έδινε στους ανθρώπους και όνειρα πολλά. Όσο για τους ερωτευμένους, μαζί το κοιτούσαν και έλεγαν “μαζί σου και στο φεγγάρι”. Κι όμως ξαφνικά χάθηκε. Του ουρανού το φίδι το ζήλεψε. Πήγε κοντά του. Άνοιξε το στόμα του. Μια χαψιά ήταν όλο. Πόση στενοχώρια, πόσα κλάματα. Οι ερωτευμένοι αγκαλιάζονταν, μαγεύονταν από τα άστρα, μα κάτι έλειπε. Μέχρι που ο ζωγράφος του ουρανού τους λυπήθηκε. Πήρε το πινέλο του και έφτιαξε ένα φεγγάρι. Έστω και μισό καλό είναι!



Πέμπτη 23 Νοεμβρίου 2017

Κάποτε ένα χαρτί
τσαλακωμένο
Κανείς δεν έμαθε ποτέ
πώς τσαλακώθηκε
Δυο βουτιές μες στη θάλασσα
εκεί το βρήκε ένα παιδί

Ένα χαρτί τσαλακωμένο
τι να το κάνει το παιδί;
Το πήρε στα χέρια του
Ξάπλωσε στην άμμο
Τον ουρανό κοιτούσε
ό,τι έβλεπε στα σύννεφα
το έκανε
Πουλί
Δέντρο
Γυναίκα
Βράχος


Τετάρτη 15 Νοεμβρίου 2017

ΡΩΓΜΕΣ

ΡΩΓΜΕΣ
Κάποτε σε μια χώρα, όπως φαίνεται στο χάρτη, μακρινή, ζούσε ένας άντρας. Από όταν ήταν νέος, λαχταρούσε μία ήρεμη ζωή. Συλλογιζόταν “Ποιο ταλέντο έχω; Θα μπορούσε να μου προσφέρει την ηρεμία που λαχταρώ;”. Μαθήτευσε για χρόνια, δούλεψε πολύ κι έμαθε την τέχνη της κεραμικής. Ταξίδεψε μάλιστα σε μία ακόμη πιο μακρινή χώρα για να μάθει ακόμη πιο πολλά δίπλα σε έναν ιδιαίτερα σοφό δάσκαλο. Μία μέρα έφτιαξε μία βάση και τη στόλισε με λευκή επίστρωση. Με το που την είδε ο δάσκαλος του λέει “Γιατί δεν σκέφτεσαι λιγάκι διαφορετικά;”. Τότε σήκωσε ψηλά το κεραμικό και το χτύπησε με δύναμη στο έδαφος. Του λέει ο δάσκαλος “Η μορφή ας μην είναι πάντα ίσια. Κι έτσι είναι όμορφο”. Γύρισε στη χώρα του. Μοιράστηκε τη ζωή του και την τέχνη του με τη συμβία του. Τα χρόνια περνούσαν. Περίπου στο μεσοστράτι της ζωής του ένιωθε ότι η ζωή του δεν ήταν τόσο όμορφη όσο την ήθελε. Αναρωτιόταν “Ποιος είμαι;”. Αποχαιρέτησε την οικογένεια του. Άρχισε ένα μακρύ ταξίδι. Έψαχνε να βρει ποιος είναι. Έψαξε πολύ και ανακάλυψε “Κάθε μέρα ζω το όμορφο και το ουσιαστικό για μένα”. Όσα είχε μάθει τόσα χρόνια τα δίδασκε στην κόρη του. Την άφηνε να ανακαλύψει, όμως, και τι ήταν όμορφο και σπουδαίο για αυτήν. Στον πηλό έβλεπε τα χέρια του, το μυαλό και την καρδιά του.



Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2017

Η ΓΟΡΓΟΝΑ ΜΑΣ ΚΡΑΤΗΣΕ

Η ΓΟΡΓΟΝΑ ΜΑΣ ΚΡΑΤΗΣΕ
            Μια φορά κι έναν καιρό στο βασίλειο μίας περίεργης γης ζούσαν μάνες που αποχωρίζονταν τα παιδιά τους. Με διάφορους τρόπους. Ας πάρουμε την καλύτερη των περιπτώσεων: έμπαιναν σε μία βάρκα, μπορεί και πλαστική, και ταξίδευαν για ώρες. Δεν το διάλεξαν. Δεν μπορούσαν να κάνουν κι αλλιώς. Δεν είχαν άλλη λύση. Κάποιες μάνες, όταν αποχαιρετούσαν τα παιδιά τους, με μάτια γεμάτα δάκρυα ή στεγνά, ξεραμένα, μετά από πολλά δάκρυα, προσεύχονταν “Μακάρι μια καλή γοργόνα να σας προστατεύει στη θάλασσα”. Η αλήθεια είναι πως πολλοί άνθρωποι που σώθηκαν ακόμη λένε για ένα μαύρο τρομερό σύννεφο. Για την τρικυμία που σαν στάχυ σκορπισμένο πετούσε τη μια από δω την άλλη από κει τη βάρκα τους. Αλλά και για μια γοργόνα ξανθιά και όμορφη. “Με τα χέρια της κράτησε τη βάρκα και μας έβγαλε στην ακτή. Για αυτό, άλλωστε, και κανείς μας δεν πνίγηκε”.