Κοίτα
Ίσια
Να' σαι
Τώρα
Σιώπα
Όταν
Ύστερα
Γίνει
Κύμα
Ίσως
ΟΤΑΝ ΑΡΧΙΣΑ ΝΑ ΑΓΑΠΩ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ
Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά
μπόρεσα να αναγνωρίσω όλα μου τα συναισθήματα,
να συνδεθώ στο εδώ και τώρα με τον εαυτό μου, να με παρατηρήσω.
Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΑΥΘΕΝΤΙΚΟΤΗΤΑ.
Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά
κατάλαβα ότι όλα είναι ανθρώπινα και μπορεί να συμβούν στον καθένα.
Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ.
Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά
έπαψα να νομίζω ότι μπορώ να επηρεάζω τις σκέψεις άλλων.
Ελέγχω, κατά το δυνατό, μόνο τις δικές μου.
Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΩΡΙΜΟΤΗΤΑ.
Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά
έπαψα να φορώ τη μάσκα, για να φαίνομαι αρεστή.
Αφέθηκα στον χρόνο, τον αποδέχτηκα,προσπαθώ να συμφιλιωθώ μαζί του.
Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ.
Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά
απελευθερώθηκα από το διαρκές κυνήγι του χρόνου,
το παλεύω να μην τρέχω πίσω από την κάθε στιγμή,
αλλά να ανοίγω μέσα μου διαστήματα που να αναγνωρίζω την ομορφιά γύρω
μου.
Να μου προσφέρω αυτές τις μικρές απλές καθημερινές χαρές.
Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΑΥΤΑΓΑΠΗ.
Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά
έπαψα να με βασανίζω με περίσσιες σκέψεις για το μέλλον.
Βελτιώνομαι στο να εστιάζω στο παρόν.
Σήμερα ξέρω οτι αυτό το λέμε ΑΠΛΟΤΗΤΑ.
Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά
άρχισα να με αναγνωρίζω και να με νιώθω κάθε μέρα Ολόκληρη,
ανεξάρτητα από τις επιδόσεις και τη διάθεση μου.
Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΠΛΗΡΟΤΗΤΑ.
Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά
συνειδητοποίησα ότι λαμβάνω μία απόφαση με όσα γνωρίζω
και νιώθω εκείνη τη στιγμή,
δεν πεισμώνω να την κρατήσω ως την τέλεια απόφαση,
αλλά την αναγνωρίζω ως την καλύτερη που μπορούσα να έχω λάβει εκείνη
την περίοδο, μπορώ να την αναθεωρήσω.
Σήμερα αυτό το λέω ΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ.
Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά
κατάλαβα ότι η αυτοεκτίμηση είναι μία εσωτερική φωτεινή δύναμη,
κι ας λένε ότι το ποιος είσαι διαμορφώνεται από τις σχέσεις με τους
άλλους.
Να μην εξαρτώμαι, σε μεγάλο βαθμό, από τις ματιές των άλλων.
Αυτό το λέμε ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ.
Ξέρω ότι τα πάντα ρει, όλα αλλάζουν διαρκώς.
Σήμερα ξέρω ότι ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΖΩΗ.
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΕΝΑ ΒΟΥΝΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΕΤΑΚΙΝΗΘΕΙ
Πριν από χρόνια πολλά, σε μια ήσυχη κοιλάδα, ξεχώριζε ένα βουνό τόσο ψηλό που η κορυφή του χανόταν μέσα στην ομίχλη. Οι άνθρωποι της κοιλάδας το λάτρευαν, το έβλεπαν όχι μόνο τόσο ψηλό, αλλά και ότι αυτό τίποτα δεν το επηρεάζει, τίποτα δεν το αγγίζει. Και όμως αυτό το βουνό ένιωθε. Ένιωθε τις ακτίνες του ήλιου να αντανακλούν πάνω του. Τους ανέμους να το χαϊδεύουν. Τις καταιγίδες να το φωτίζουν με την ξαφνική τους λάμψη. Άκουγε και τα δέντρα να του λένε "Εδώ θα είσαι πάντα, ακίνητος σβώλος για να τρεφόμαστε εμείς". Και τους αετούς "Θα πετάμε γύρω σου, και ακόμη πιο ψηλά σου. Εσύ εκεί θα στέκεσαι και θα κρατάς τον ουρανό".
Σχεδόν τους είχε πιστέψει και σχεδόν το είχε δεχτεί ότι αυτή είναι η θέση του. Αλλά μια μέρα, ένας τοσοδά σπόρος, άγνωστο από πού και πώς, πέφτει σε ένα σημείο του, σε ένα σημείο που υπήρχαν μόνο βράχια. Ο σπόρος έλεγε και ξαναέλεγε τον καημό του "Θέλω να αναπτυχθώ, αλλά χωρίς χώμα δεν θα τα καταφέρω".
Κάποια στιγμή το βουνό του μίλησε "Θα το δεις να αναπτύσσεσαι, θα αλλάξω και εγώ όσο μπορώ. Ναι μπορώ!". Σε εκείνο το βραχώδες μέρος, ξαφνικά ανοίγει μία σχισμή, βαθιά και πλούσια σε χώμα. Ο καρπός έγινε δέντρο, με γερά κλωνάρια, σχεδόν καλούσε τα πουλιά να κάθονται πάνω τους και να τραγουδούν.
Το βουνό έτσι και έκανε, όποτε κάποιος καρπός, άγνωστο από πού και πώς, έπεφτε, επιθυμούσε να φυτρώσει και του ζητούσε να το βοηθήσει. Άρχισε να αλλάζει, σαν κάπως να χαμήλωνε, και όλο και πιο καταπράσινα δέντρα να φυτρώνουν σε αυτό. Όλο και περισσότερα κελαηδίσματά να ακούν οι άνθρωποι και ολοένα περισσότερο να το ευχαριστούν.
Πώς μπορώ να απολαύσω ένα μάνγκο;
Σε μία χώρα πάντα ηλιόλουστη και κάπως μακρινή, εκεί σε ένα ήσυχο τόπο, ένα δέντρο ψηλό δέντρο, πάντα καταπράσινο, άρχιζε να μεγαλώνει τους πορτοκαλί καρπούς του. Τα γύρω πλάσματα κάθε μέρα παρατηρούσαν "Μεγαλώνουν, μεγαλώνουν, σύντομα θα τα γευτούμε". Και έφτασε η στιγμή, ακούγονταν ολοένα να πυκνώνουν οι φωνές, διάφορες φωνές από διάφορα πλάσματα, γύρω από το δέντρο. Τσακωμοί, ποιο θα πρωταρπάξει τα περισσότερα! Μονάχα ένας μικρός χαμαιλέοντας, εκεί στο πλάι, κάπως σε απόσταση, περίμενε. Καθόταν πάνω σε μία πέτρα και απολάμβανε τις ακτίνες του ήλιου.
Τα έβλεπε να σκαρφαλώνουν, να σπρώχνουν, να φωνάζουν "Ήρθα πρώτος!", "Κάντε στην άκρη, να ανέβω", "Θα πατήσω όποιον βρω στο πέρασμά μου". Πόσο βιάζονταν! Έβλεπε φρούτα να πέφτουν από τα χέρια τους και να ποδοπατούνται. Φρούτα που κανείς δεν γευόταν, κανείς δεν απολάμβανε.
Κάποια, όπως η μαϊμού, έφτασε να τον πειράζει "Ήρθες να παρακολουθήσεις ή να φας;". Αυτός απλά χαμογελούσε. Άρχισε να νυχτώνει. Επέστρεφαν στα λημέρια τους, κάποια βογκούσαν κάτω από το δέντρο. Κάποια τώρα πρόσεχαν τις γρατζουνιές που είχαν πάθει.
Τότε, σαν από μαγεία, φύσηξε ένα απαλό αεράκι. Τρία μεγάλα, χρυσά μάνγκο πέφτουν από τα πιο ψηλά κλαδιά, από εκεί που δεν μπορούσε κανείς να φτάσει. Απαλά αγγίζουν κάτω το χορτάρι, ακριβώς δίπλα από την πέτρα που καθόταν για ώρες ο χαμαιλέοντας. Κρατούσε μαζί του μία άδεια κολοκύθα, σαν καλάθι για τα φρούτα που θα μάζευε. Δεν τα τρώει εκείνη τη στιγμή, τα παίρνει και επιστρέφει στο δέντρο του. Ήταν μεγάλα και χρυσά, όλη νύχτα τα χάζευε πόσο όμορφα, πόσο λαμπερά!
Το επόμενο πρωί, κατεβαίνει από το δεντρόσπιτο, καλεί και άλλα πλάσματα που χθες δεν είχαν δοκιμάσει ούτε ένα τοσοδά κομματάκι. Τον τυφλοπόντικα, την ακρίδα, τον κουτσό σκίουρο. Κόβει τα μάνγκο και τα μοιράζεται μαζί τους