Παρασκευή 20 Ιουνίου 2025

 Πώς μπορώ να απολαύσω ένα μάνγκο; 

    Σε μία χώρα πάντα ηλιόλουστη και κάπως μακρινή, εκεί σε ένα ήσυχο τόπο, ένα δέντρο ψηλό δέντρο, πάντα καταπράσινο, άρχιζε να μεγαλώνει τους πορτοκαλί καρπούς του. Τα γύρω πλάσματα  κάθε μέρα παρατηρούσαν "Μεγαλώνουν, μεγαλώνουν, σύντομα θα τα γευτούμε". Και έφτασε η στιγμή, ακούγονταν ολοένα να πυκνώνουν οι φωνές, διάφορες φωνές από διάφορα πλάσματα, γύρω από το δέντρο. Τσακωμοί, ποιο θα πρωταρπάξει τα περισσότερα! Μονάχα ένας μικρός χαμαιλέοντας, εκεί στο πλάι, κάπως σε απόσταση, περίμενε. Καθόταν πάνω σε μία πέτρα και απολάμβανε τις ακτίνες του ήλιου. 

    Τα έβλεπε να σκαρφαλώνουν, να σπρώχνουν, να φωνάζουν "Ήρθα πρώτος!", "Κάντε στην άκρη, να ανέβω", "Θα πατήσω όποιον βρω στο πέρασμά μου". Πόσο βιάζονταν! Έβλεπε φρούτα να πέφτουν από τα χέρια τους και να ποδοπατούνται. Φρούτα που κανείς δεν γευόταν, κανείς δεν απολάμβανε. 

    Κάποια, όπως η μαϊμού, έφτασε να τον πειράζει "Ήρθες να παρακολουθήσεις ή να φας;". Αυτός απλά χαμογελούσε. Άρχισε να νυχτώνει. Επέστρεφαν στα λημέρια τους, κάποια βογκούσαν κάτω από το δέντρο. Κάποια τώρα πρόσεχαν τις γρατζουνιές που είχαν πάθει. 

    Τότε, σαν από μαγεία, φύσηξε ένα απαλό αεράκι. Τρία μεγάλα, χρυσά μάνγκο πέφτουν από τα πιο ψηλά κλαδιά, από εκεί που δεν μπορούσε κανείς να φτάσει. Απαλά αγγίζουν κάτω το χορτάρι, ακριβώς δίπλα από την πέτρα που καθόταν για ώρες ο χαμαιλέοντας. Κρατούσε μαζί του μία άδεια κολοκύθα, σαν καλάθι για τα φρούτα που θα μάζευε. Δεν τα τρώει εκείνη τη στιγμή, τα παίρνει και επιστρέφει στο δέντρο του. Ήταν μεγάλα και χρυσά, όλη νύχτα τα χάζευε πόσο όμορφα, πόσο λαμπερά!  

    Το επόμενο πρωί, κατεβαίνει από το δεντρόσπιτο, καλεί και άλλα πλάσματα που χθες δεν είχαν δοκιμάσει ούτε ένα τοσοδά κομματάκι. Τον τυφλοπόντικα, την ακρίδα, τον κουτσό σκίουρο.  Κόβει τα μάνγκο και τα μοιράζεται μαζί τους


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου