"Πόσο με θέλατε κοντά σας!"
Μία ωραία πρωία, δέκα βατράχια (περίπου τόσα θα ήταν)
αφήνουν το έλος που το είχαν για σπιτικό τους, καιρό τώρα.
Τι τα έκανε να μετακινηθούν δεν το μάθαμε ποτέ. Προχωρούν
και προχωρούν. Κανένα από τα δέκα δεν πρόσεξε ότι μπροστά
τους, κάτω από έναν θάμνο βρισκόταν μία τρύπα στενή και
βαθιά. Δύο από αυτά έπεσαν. Τα άλλα βλέπουν ότι η τρύπα
είναι βαθιά, δύσκολο για ένα βατράχι να ξαναβγεί.
Κλαψουρίζουν "Καημένα μας βατράχια εκεί θα μείνετε. Σας
χάσαμε. Δεν θα σας ξαναδούμε. Καημένα μας βατράχια, να
ξέρετε ότι δεν θα σας ξεχάσουμε. Καημένα μας βατράχια.... ".
Το ένα νιώθει ότι πια δεν μπορεί να αναπνεύσει. Πέφτει
λιπόθυμο. Το άλλο πηδά και αναπηδά, σκαρφαλώνει και αναπηδά.
Και να το έξω από την τρύπα. Τα άλλα βατράχια συνεχίζουν να
κλαίνε και να θρηνούν. Δεν βλέπουν καν μπροστά τους μέχρι
που ακούν "Ευχαριστώ, φίλοι μου, πόσο με βοηθήσατε". Μένουν
με το στόμα ανοικτό. Βλέπουν το βατράχι, το χαμένο βατράχι,
κοντά τους. Το ρωτούν "Ανέβηκες; Βγήκες από μία τρύπα τόσο
βαθιά;" "Δεν σας άκουγα, δεν μπορώ να ακούω. Αλλά σας
έβλεπα, πόσο με θέλατε κοντά σας. Και να είμαι εδώ!"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου